Κεντρικός στόχος της ΕΚΤ είναι η σταθερότητα των τιμών
Η Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει ότι ο κεντρικός στόχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) είναι η σταθερότητα των τιμών, παρέχοντας παράλληλα στην Ένωση υποστήριξη για τις ασκούμενες οικονομικές πολιτικές.
Στο πλαίσιο αυτό, η δραστηριότητα των Κεντρικών Τραπεζών επικεντρώνεται, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, στην μείωση του πληθωρισμού με την αύξηση των επιτοκίων, όταν βέβαια αυτός, είναι πληθωρισμός ζήτησης. Όταν όμως ο πληθωρισμός, όπως στις μέρες μας, είναι πληθωρισμός προσφοράς, τότε, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα αποτελέσματα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δυσκολεύεται με την αύξηση των επιτοκίων να επιτύχει τον Καταστατικό στόχο της σταθερότητας των τιμών στην ευρωζώνη.
Στις συνθήκες αυτές η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θεωρούσε από την αρχή της εμφάνισης του πληθωρισμού στην ευρωζώνη ότι το πληθωριστικό φαινόμενο θα είναι προσωρινά διατηρούμενο για κάποιο χρονικό (Chr.Lagarde,2022), όχι όμως, όπως εξελίσσεται, μικρό διάστημα. Όμως, οι πολεμικές συγκρούσεις (24/2/2022) της Ρωσίας στην Ουκρανία με παρενέργειες, μεταξύ των άλλων, στην ραγδαία αύξηση των τιμών, ιδιαίτερα των ενεργειακών προϊόντων και των τροφίμων, οδήγησε την ΕΚΤ στην αναθεώρηση της εκτίμησης της για την πορεία του πληθωρισμού στην ευρωζώνη, σε βαθμό που αποφασίζει την αλλαγή του προσανατολισμού της ασκούμενης νομισματικής πολιτικής στην ζώνη του ευρώ.
Έτσι, μετά από αρκετά χρόνια πολιτικής χαμηλών επιτοκίων, οι Κεντρικές Τράπεζες σε διεθνές επίπεδο, με εξαίρεση την Τράπεζα της Ιαπωνίας, επέλεξαν την αυστηροποίηση-σύσφιξη της νομισματικής τους πολιτικής (αύξηση των επιτοκίων). Έτσι, μετά από διαδοχικές αυξήσεις που αποφάσισε η ΕΚΤ το επιτόκιο σήμερα (Νοέμβριος 2022) για κύριες πράξεις νομισματικής πολιτικής ανέρχεται στο 2% στην ζώνη του ευρώ, ενώ το επιτόκιο καταθέσεων ανέρχεται στο 1,5%, με προοπτική περαιτέρω αυξήσεων κατά το επόμενο σύντομο χρονικό διάστημα.
Παράλληλα, ερμηνεύοντας τα στατιστικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (11/11/2022) η ευρωζώνη και τα κράτη – μέλη θα συναντηθούν με ένα στασιμοπληθωριστικό και υφεσιακό πλαίσιο (αύξηση ΑΕΠ 3,2% το 2022, 0,3% το 2023 και 1,6% το 2024 και επίπεδο πληθωρισμού 8,5% το 2022, 6,1% το 2023 και 2,4% το 2024), αλλά και με την ενεργειακή φτώχεια και την επισιτιστική ανασφάλεια. Από την άποψη αυτή αξίζει να σημειωθεί ότι τον Οκτώβριο του 2022 στην ζώνη του ευρώ η συμβολή των τιμών της ενέργειας στον πληθωρισμό ανήλθε σε 4,5 μονάδες και των τιμών των τροφίμων στον πληθωρισμό ανήλθε σε 2,6 μονάδες, γεγονός που αναδεικνύει ότι οι δύο αυτές συνιστώσες αντιπροσώπευαν περισσότερο από τα 2/3 του επιπέδου του πληθωρισμού (Christophe Blot, Alternatives Economiques, 21/11/20220.
Με βάση τα δεδομένα αυτά το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν η αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ θα επιδράσει πτωτικά σ’ αυτές τις δύο βασικές συνιστώσες του πληθωρισμού, σε βαθμό που να επιτευχθεί η μείωση και η σταθερότητα των τιμών καθώς και η αντιμετώπιση της κρίσης του κόστου ζωής που πλήττει τους ευρωπαίους πολίτες.
Από την άποψη αυτή είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η αύξηση των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών αναμένεται, στον βαθμό που την αφορά, να συμβάλλει στην μείωση και την σταθερότητα των τιμών, δεδομένου ότι ένα μέρος του πληθωρισμού στις ΗΠΑ συνδέεται, σε αντίθεση με την ευρωζώνη, με την αύξηση της ζήτησης ως αποτέλεσμα των διευρυμένων εισοδηματικών ενισχύσεων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων κατά την περίοδο της πανδημίας του Covid-19.
Αντίθετα, η Ευρωπαϊκή ΚεντρικήΤράπεζα (ΕΚΤ) με την αύξηση των επιτοκίων επιδιώκει την μείωση της κατανάλωσης και των επενδύσεων, κινούμενη στον άξονα του πληθωρισμού ενάντια στον πληθωρισμό, με τίμημα, μεταξύ των άλλων, τον έλεγχο των πληθωριστικών πιέσεων διαμέσου της ύφεσης, της μείωσης της ζήτησης, της παραγωγής, της αύξησης της ανεργίας, της λιτότητας και της επιδείνωσης της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών και των επιχειρήσεων.
Όμως μία τέτοια προοπτική απομακρύνει, μεταξύ των άλλων, την ευρωζώνη και τα κράτη-μέλη από έναν σύντομο χρόνο επιστροφής στα ουδέτερα επίπεδα (1%-2%) πληθωρισμού καθώς και σ’ ένα υψηλό ρυθμό ανάκαμψης, αύξησης της βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής, αύξησης της απασχόλησης, των εισοδημάτων, της αγοραστικής δύναμης, των κοινωνικών δαπανών, κ.λ.π., με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για την αποκατάσταση της εφοδιαστικής αλυσίδας, των μεταφορών, του βιοτικού επιπέδου και της κοινωνικής συνοχής διαμέσου πολύπλευρων και στοχευμένων πολιτικών αντιμετώπισης των ανισοτήτων.Επιπλέον, η πρόβλεψη της ύφεσης στην Ευρώπη και τα υψηλότερα επιτόκια στις ΗΠΑ ενεργοποιεί την προσέλκυση κεφαλαίων προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Παράλληλα, η υποτίμηση του ευρώ προσθέτει στον εγχώριο, τον εισαγόμενο πληθωρισμό ( π.χ.εισαγωγές πετρελαίου, υγροποιημένου αερίου, τεχνολογικών προϊόντων,κ.λ.π. που πληρώνονται σε δολλάρια) (Frederik Ducrozet, Jesabel Couppey-Soubeyran, Alternatives Economiques, 13/9/2022).
Κατά συνέπεια, η αποτροπή συνθηκών επιβράδυνσης και ύφεσης στην ευρωζώνη, συνηγορεί προς μία επιλογή σταδιακής αποκλιμάκωσης των αυξήσεων και του επιπέδου των επιτοκίων από την ΕΚΤ (ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής, αποφυγή του κινδύνου χρηματοπιστωτικής αστάθειας, περιορισμός της πυροδότησης πληθωριστικής σπείρας- Christophe Blot, 21/11/22), με ταυτόχρονο ευρωπαϊκό προσανατολισμό των δημόσιων δαπανών στην ποσοτική και ποιοτική ανάπτυξη της προσφοράς ενέργειας (έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων, υποδομές, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, δίκτυα, τερματικοί σταθμοί, κ.λ.π.), προκειμένου η ευρωπαϊκή οικονομία να απομακρυνθεί οριστικά και στρατηγικά από την ενεργειακή φτώχεια, την επισιτιστική ανασφάλεια και την εφοδιαστική δυστοπία.
Πηή: Οικονομικός Ταχυδρόμος